|
|
|
|
|
|
1) Be 동사
|
단수
|
복수
|
1인칭
|
εγω ειμαι (I
am)
|
εμείς είμαστε (we are)
|
2인칭
|
εσύ είσαι (you are)
|
εσείς είστε (you are)
|
3인칭
|
αυτός είναι(he is)
αυτή είναι(she is)
αυτο είναι(it is)
|
αυτοι είναι (they 남성),
αυτές είναι (they 여성),
αυτα είναι (they 중성)
|
예제)
Aυτο είναι το μολύβι (it is the
pencil)
2) Have 동사
|
단수
|
복수
|
1인칭
|
εγω έχω (I have)
|
εμείς έχουμε (we
have)
|
2인칭
|
εσύ έχεις (you have)
|
εσείς έχετε (you
have)
|
3인칭
|
αυτός έχει (he has)
αυτή έχει (she has)
αυτο έχει (it has)
|
αυτοι έχουν (they 남성),
αυτές έχουν (they 여성),
αυτα έχουν (they 중성)
|
3) 기본동사
βλέπω(see), αγοράςω(buy), πίνω(drink), ξέρω(know), παίρνω(take), δίνω(give)
4) 미래진행
그리스어
|
영어
|
Αύρηο όιε ηε
κέρα
ζα δηαβάδω.
|
Tomorrow
I shall be studying the whole day
|
Όιο ηο
θαιοθαίρη ζα
δοσιεύεη
|
The
whole summer he/she will be working
|
5)
미래 수동태
-
수동형 단순 현재 시제
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
πιερώλοκαη(be paid), πιερώλεζαη, …
αγοράδοκαη (be bought), αγοράδεζαη, …
|
αγαπηέκαη (be loved), αγαπηέζαη, …
θοηκάκαη (sleep), θοηκάζαη, …
δηεγούκαη (narrate), δηεγείζαη, …
|
-
동사 전에 분사 ζα
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
ζα πιερώλοκαη,
ζα πιερώλεζαη, …
ζα αγοράδοκαη, ζα αγοράδεζαη…
|
ζα αγαπηέκαη,
ζα αγαπηέζαη, …
ζα θοηκάκαη,
ζα θοηκάζαη, …
ζα δηεγούκαη,
ζα δηεγείζαη, …
|
6) 미래완료
그리스어
|
영어
|
Θα έχω γράψεη ηο γράκκα
πρηλ ηης οχηώ
|
I
shall have written the letter before eight o’clock
|
Θα έχω καγεηρέψεη πρηλ έρζεης
|
I
shall have cooked before you come
|
7) 부정사
- 동사의 과거
능동태
|
수동태
|
γράφω (write) - γραφ- - γραψ-
αγαπώ (love) - αγαπ-
- αγαπησ-
|
ετοιμάζομαι (prepare oneself, get ready) - ετοιμαζ- - ετοιμαστ-
κοιμάμαι (sleep) - κοιμ-
- κοιμηθ-
|
- 동사 +“-ει”,
동사 + “ -εί ” 강조
능동태
|
수동태
|
γράψ-ει
αγαπήσ-ει
|
ετοιμαστ-εί
|
8) 과거 완료형
그리스어
|
영어
|
Είτα θάεη πξηλ πάσ έμσ.
|
I
had eaten before I went out.
|
Η
Μαξία
είτε
καγεηρέυεη
πξηλ ηηο έμη.
|
Maria
had cooked before six o’clock.
|
-
능동형 동사의 과거 형태
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
δηαβάδσ - δηαβαδ- -
δηαβαζ-
γξάθσ - γξαθ- - γραυ-
|
αγαπώ - αγαπ-
- αγαπεζ-
ηειεθσλώ - ηειεθσλ-
- ηειεθφλεζ-
|
-
접미사 –εη의 과거 형태
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
δηαβάζ-εη
γξάς-εη
|
αγαπήζ-εη
ηειεθσλήζ-εη
|
-
동사 앞에 보조동사 “έρσ” (have) (είρα, είρεο,
είρε,
είρακε,
είραηε,
είραλ)의 과거 시제
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
είρα δηαβάζεη, είρεο δηαβάζεη,
…
είρα γξάςεη, είρεο γξάςεη,
…
|
είρα αγαπήζεη, είρεο αγαπήζεη,
…
είρα ηειεθσλήζεη, είρεο ηειεθσλήζεη,
…
|
- 수동태 과거 완료
수동태 과거 동사 끝에
-ζεη, -ζηεη
or (-θηεη, -ρηεη, -θζεη, -λζεη,
-(απ)ηεη, -(επ)ηεη)) 붙인다.
-
수동태 동사의 과거 시제
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
πιεξώλνκαη-πιεξσλ-πιερφζ-
αγνξάδνκαη-αγνξαδ-αγοραζη-
|
αγαπηέκαη-αγαπ-αγαπεζ-
θνηκάκαη-θνηκ-θοηκεζ-
δηεγνύκαη-δηεγ-δηεγεζ-
|
-과거 동사 뒤에 -εη
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
πιεξσζ-εί
αγνξαζη-εί
|
αγαπεζ-εί
θνηκεζ-εί
δηεγεζ-εί
|
-
동사 앞에 보조동사 “έρσ” (have) (είρα, είρεο,
είρε,
είρακε,
είραηε,
είραλ)의 과거 시제
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
είρα πιεξσζεί, είρεο πιεξσζεί,
…
έρσ αγνξαζηεί, είρεο
αγνξαζηεί,
…
|
είρα αγαπεζεί, είρεο αγαπεζεί,
…
είρα θνηκεζεί, είρεο θνηκεζεί,
…
είρα δηεγεζεί, είρεο δηεγεζεί,
…
|
9) 현재완료형
그리스어
|
영어
|
Έρσ γξάςεη
ην γξάκκα θαη ζα ην
ηαρπδξνκήζσ
|
I
have written the letter and I am going to post it
|
Δελ έρσ πάεη
πνηέ ζηελ
Κίλα
|
I
have never been in China.
|
Έτεη πάεη
πνιιέο θνξέο
ζηελ Αζήλα
|
He/she
has been many times in Athens
|
Δελ έτφ θάεη ηίπνηα κέρξη
ηώξα.
|
I
have not eaten anything untill now.
|
-
능동태 동사의 과거 시제
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
δηαβάδσ (read) - δηαβαδ- - δηαβαζ-
γξάθσ (write) - γξαθ- - γραυ-
|
αγαπώ (love) - αγαπ- - αγαπεζ-
ηειεθσλώ (telephone) - ηειεθσλ- - ηειεθφλεζ-
|
-
동사 뒤에 -εη
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
δηαβάζ-εη
γξάς-εη
|
αγαπήζ-εη
ηειεθσλήζ-εη
|
- 동사 전에 보조동사 단순 현재 “έρσ” (έρσ, έρεηο, έρεη, έρνπκε, έρεηε, έρνπλ)
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
έρσ δηαβάζεη,
έρεηο δηαβάζεη,
…
έρσ γξάςεη,
έρεηο γξάςεη,
…
|
έρσ αγαπήζεη,
έρεηο αγαπήζεη,
…
έρσ ηειεθσλήζεη,
έρεηο ηειεθσλήζεη,
…
|
10) 현재완료 수동태
- 수동태 동사의 과거시제
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
πιεξώλνκαη - πιεξσλ-
- πιερφζ-
αγνξάδνκαη - αγνξαδ-
- αγοραζη-
|
αγαπηέκαη - αγαπ-
- αγαπεζ-
θνηκάκαη - θνηκ-
- θοηκεζ-
δηεγνύκαη - δηεγ-
- δηεγεζ-
|
-
과거 동사 뒤에 -εη
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
πιεξσζ-εί
αγνξαζη-εί
|
αγαπεζ-εί
θνηκεζ-εί
δηεγεζ-εί
|
동사 앞에 보조 동사 “έρσ” (έρσ, έρεηο, έρεη, έρνπκε, έρεηε, έρνπλ)의 현재 시제
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
έρσ πιεξσζεί,
έρεηο πιεξσζεί,
…
έρσ αγνξαζηεί,
έρεηο αγνξαζηεί,
…
|
έρσ αγαπεζεί,
έρεηο αγαπεζεί,
…
έρσ θνηκεζεί,
έρεηο θνηκεζεί,
…
έρσ δηεγεζεί,
έρεηο δηεγεζεί,
…
|
11) 단순미래
그리스어
|
영어
|
Αύξην ζα
θηηάμω έλα θέηθ.
|
I
shall make a cake tommorow.
|
Θα πιεξώζω αύξην
ην ινγαξηαζκό.
|
I
shall pay the bill tommorow.
|
-
능동형 동사의 과거 시제
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
δηαβάδω (read) - δηαβαδ- - δηαβαζ-
γξάθω (write) - γξαθ- - γραψ-
|
αγαπώ (love) - αγαπ- - αγαπεζ-
ηειεθωλώ (telephone) - ηειεθωλ- - ηειεθωλεζ-
|
-
(-ω, -εης, -εη,
-οσκε, -εηε, -οσλ)의 능동형 동사의 과거시제
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
δηαβάζ-ω, δηαβάζ-εηο, δηαβάζ-εη,
…
γξάψ-ω, γξάψ-εηο, γξάψ-εη,
…
|
αγαπήζ-ω, αγαπήζ-εηο, αγαπήζ-εη,
…
ηειεθωλήζ-ω, ηειεθωλήζ-εηο, ηειεθωλήζ-εη,
…
|
-
동사 전에 분사 “ζα”
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
ζα δηαβάζω, ζα
δηαβάζεηο, …
ζα γξάψω, ζα
γξάψεηο, …
|
ζα αγαπήζω, ζα
αγαπήζεηο …
ζα ηειεθωλήζω, ζα ηειεθωλήζεηο,
…
|
12) 단순과거
그리스어
|
영어
|
Χζεο πήγα ζην πάξθν.
|
I
went to the park yesterday.
|
Χζεο είδα ηε Μαξία.
|
I
saw Maria yesterday.
|
-
과거동사 = 동사 원형 + -α, -εο, -ε, -ακε, -αηε, -αλ.
-
과거동사 = έ- + 동사 원형
εηζπξάηησ (collect) - εηζέπξαμα
ελδίδσ (give way) - ελέδσζα
επηηξέπσ (allow) - επέηξεςα
ππνγξάθσ (sign) - ππέγξαςα
πεξηγξάθσ (describe) - πεξηέγξαςα
εθθξάδσ (express) – εμέθξαζα
-
과거동사 = έ- 를 안 쓰는 경우 + 동사
원형
ζέισ (want) – ήζεια (Imperfect tense)
μέξσ (know) - ήμεξα
πίλσ (drink) – ήπηα
αίξσ (raise, revoke) -ήξα
- 접미사 –σ 생략
δηαβάδσ (read) – δηαβαδ-
|
γξάθσ (write) – γξαθ-
|
-
접미사 ζ, μ, ς
a vowel or λ – ζ
θ, γ, ρ, ρλ – μ
π, β, θ, πη, θη, απ, επ
– ς (exception: πέθησ-έπεζα)
η, δ, ζ, ζ, δ – ζ or μ
δηαβαδ
(read) – δηαβαζ-
|
γξαθ (write) – γξας-
|
13) 단순현재
그리스어
|
영어
|
Τώρα διαβάδω
ηελ εθεκερίδα.
|
I
am reading the newspaper now.
|
Η
γε γσρίδει
γύρω από
ηολ ήιηο.
|
The
earth rotates around the sun.
|
Πεγαίνω ζηο ζτοιείο
θάζε κέρα
|
I
go to school every day
|
Μένω ζηελ Ειιάδα.
|
I
live in Greece.
|
Αύρηο θεύγω
γηα ηελ Ιηαιία.
|
I
am leaving for Italy tomorrow.
|
Καζώς κηιούζακε,
ανοίγει ε πόρηα θαη ...
|
While
we were talking, the door opens and …
|
-
현재동사
= -ω 생략
γράθω (write) – γραθ-
|
δηαβάδω (read) – διαβαδ-
|
-
현재동사
= 동사원형 + -ω, -εις,
-ει, -οσμε, -εηε, -οσν
γράθ-ω γράθ-εις γράθ-ει
γράθ-οσμε
γράθ-εηε γράθ-οσν
|
δηαβάδ-ω δηαβάδ-εις
δηαβάδ-ει δηαβάδ-οσμε
δηαβάδ-εηε δηαβάδ-οσν
|
-ω
-εις
-ει
-οσμε
-εηε
-οσν (ε)
|
γράθω I write
γράθεις you write
γράθει he/she/it writes
γράθοσμε we write
γράθεηε you write
γράθοσν (ε) they write
|
δηαβάδω I read
δηαβάδεις you read
δηαβάδει he/she/it reads
δηαβάδοσμε we read
δηαβάδεηε you read
δηαβάδοσν (ε) they read
|
B1
|
B2
|
-ω
(-άω)
-ας
-α
(-άει)
-άμε (-ούμε)
-άηε
-άνε (-ούν)
|
κηιώ (-άω)
κηιάς
κηιά (-άει)
κηιάμε (-ούμε)
κηιάηε
κηιάνε (-ούν)
|
I
speak
you
speak
he/she/it
speaks
we
speak
you
speak
they
speak
|
-ώ
-είς
-εί
-ούμε
-είηε
-ούν(ε)
|
κπορώ
κπορείς
κπορεί κπορούμε κπορείηε κπορούν
|
I
can
you
can
he/she/it
can
we
can
you
can
they
can
|
|
|
|
|
|
|
-ομαι
-εζαι
-εηαι
-όμαζηε
-εζηε
-ονηαι
|
ληύλομαι
ληύλεζαι
ληύλεηαι
λησλόμαζηε
ληύλεζηε
ληύλονηαι
|
I
am (or get) dressed
you
are dressed
he/she/it
is dressed
we
are dressed
you
are dressed
they
are dressed
|
B1
|
B2
|
-ιέμαι
-ιέζαι
-ιέηαι -ιόμαζηε
-ιέζηε -ιούνηαι
|
αγαπιέμαι αγαπιέζαι αγαπιέηαι αγαπιόμαζηε αγαπιέζηε αγαπιούνηαι
|
I
am loved
you
are loved
he…
we
…
you
…
they
…
|
-ούμαι/άμαι
-άζαι
-άηαι
-όμαζηε
-άζηε
-ούνηαι
|
θοηκούμαι/άμαι θοηκάζαι θοηκάηαι θοηκόμαζηε θοηκάζηε θοηκούνηαι
|
I
sleep
you
sleep
he
…
we
…
you
…
they
…
|
|
|
|
|
|
|
14)
가정법
그리스어
|
영어
|
Η
Ειέλε ζέιεη
λα κηιήζεη
ειιεληθά.
|
Helen
wants to speak Greek.
|
Γηαηί πήγε
λφρίς ζηο
εζηηαηόρηο
|
Why
did he/she go to the restaurant early?(과거)
|
Γηαηί πεγαίλεη
λφρίς ζηο
εζηηαηόρηο
|
Why
is he/she going to the restaurant early?(현재)
|
Γηαηί ζα
πάεη λφρίς
ζηο εζηηαηόρηο
|
Why
will he/she go to the restaurant early?(미래)
|
15) 동사의 형태
능동형
(–ω,
-ώ
끝나는 동사의 모든 동사 형태)
|
수동형
(in
–μαι 끝나는 동사의 모든 동사 형태)
|
-ω,
-ώ
γράφω write
αγαπώ love
δω live
|
-μαι
ιέγοκαη be said
αγαπηέκαη get loved
θοηκούκαη, θοηκάκαη
sleep
θηλούκαη move
|
능동형
|
수동형
|
πιέλω (wash)
|
πιέλοκαη (wash oneself or be
washed)
|
αγαπώ (love)
|
αγαπηέκαη (be loved)
|
|
1) 성별결정
구분
|
그리스어
|
영어
|
위치
|
남성
|
άντρας
ράφτης
κύκλος
|
man
tailor
circle
|
명사 뒤에 ης, ας
|
여성
|
μητέρα
βασίλισσα
στέγη
|
mother
queen
roof
|
명사 뒤에 α, η
|
중성
|
μολύβι
λεφτό
κορίτσι
|
pencil
minute
girl
|
명사 뒤에 ο, ι, μα
|
예외의 경우
|
|
|
명사 뒤에 ος
|
2) 정관사 The
구분
|
그리스어
|
영어
|
정관사
|
남성
|
ο άντρας
ο ράφτης
ο κύκλος
|
man
tailor
circle
|
ο
|
여성
|
η μητέρα
η βασίλισσα
η στέγη
|
mother
queen
roof
|
η
|
중성
|
το μολύβι
το λεφτό
το κορίτσι
|
pencil
minute
girl
|
το
|
|
단수
|
복수
|
|
남성
|
여성
|
중성
|
남성
|
여성
|
중성
|
주격
|
ο
|
η
|
ηο
|
οι
|
οι
|
ηα
|
소유격
|
ηοσ
|
ηης
|
ηοσ
|
ηων
|
ηων
|
ηων
|
목적격
|
ηο (ν)
|
ηη (ν)
|
ηο
|
ηοσς
|
ηις
|
ηα
|
3) 부정관사 a, an
구분
|
그리스어
|
영어
|
남성
|
ένας
ένας άντρας
ένας ράφτης
ένας κύκλος
|
a(an)
a man
a tailor
a circle
|
여성
|
μία
μία μητέρα
μία βασίλισσα
μία στέγη
|
a(an)
a mother
a queen
a roof
|
중성
|
ένα
ένα μολύβι
ένα λεφτό
ένα κορίτσι
|
a(an)
a pencil
a minute
a girl
|
|
단수
|
|
|
남성
|
여성
|
중성
|
예제
|
주격
|
ένας
|
μια
|
ένα
|
Είδα μια αρκούδα ζηο
βοσνό
(I
saw a bear on the mountain)
|
소유격
|
ενός
|
μιας
|
ενός
|
목적격
|
ένα (ν)
|
μια
|
ένα
|
4) 단수와 복수
|
단수
|
복수
|
남성
|
κύκλος(circle), ος
άντρας (man), ας
ράφτης (tailor), ης
|
κύκλοι (circles), οι
άντρές (men), ές
ράφτές (tailors), ές
|
여성
|
μητέρα (mother), α
στέγη (roof), η
|
μητέρές (mothers), ές
στέγές (roofs), ές
|
중성
|
μολύβι (pencil), ι
λεφτό (minute), ό
χρώμα (color), μα
|
μολύβια (pencils), ια
ένα λεφτα (minutes), α
χρώματα (colors), ματα
|
5) 복수의 정관사 the
|
단수
|
복수
|
남성
|
ο κύκλος(the circle), ος
ο άντρας (the man), ας
ο ράφτης (the tailor), ης
|
οι κύκλοι (the circles), οι
οι άντρές (the men), ές
οι ράφτές (the tailors), ές
|
여성
|
η μητέρα (the mother), α
η στέγη (the roof), η
|
ηι μητέρές (the mothers), ές
ηι στέγές (the roofs), ές
|
중성
|
το μολύβι (the pencil), ι
το λεφτό (the minute), ό
το χρώμα (the color), μα
|
τα μολύβια (the pencils), ια
τα ένα λεφτα (the minutes), α
τα χρώματα (the colors), ματα
|
6) 주격, 소유격, 목적격
|
단수
|
복수
|
|
남성
|
여성
|
중성
|
남성
|
여성
|
중성
|
주격
|
ο (the)
|
η
|
το
|
οι
|
οι
|
τα
|
소유격
|
τού
|
της
|
τού
|
τών
|
τών
|
τών
|
목적격
|
τον
|
την
|
το
|
τονς
|
τις
|
τα
|
|
단수
|
복수
|
예제
|
주격
|
ο άντρας(the man),
|
οι άντρές (the men)
|
ο άντρας είναι ένας ράφτης (the man is a tailor)
|
소유격
|
τού άντρα
|
τών άντρών
|
αυτό είναι το βιβλίο του άντρα (this is the book of the man)
|
목적격
|
τον άντρα
|
τονς άντρές
|
εγώ βλέπω τους άντρες (I see the
men)
|
|
1) 인칭대명사
|
단수
|
복수
|
1인칭
|
εγώ(I)
|
εμείς(we)
|
2인칭
|
εσύ(you)
|
εσείς(you)
|
3인칭
|
αυτός(he), αυτή(she), αυτο(it)
|
αυτοι(they 남성), αυτές(they 여성), αυτα(they 중성)
|
2) 지시대명사
영어
|
남성
|
여성
|
중성
|
예제
|
this
|
ασηός
|
ασηή
|
ασηό
|
ασηός ο κύριος (this gentleman), ασηά ηα
παιδιά (these children)
|
that
|
εκείνος
|
εκείνη
|
εκείνο
|
εκείνη η
κσρία (that lady), εκείνο ηο βιβλίο (that book)
|
such
|
ηέηοιος
|
ηέηοια
|
ηέηοιο
|
|
so much,so
many
|
ηόζος
|
ηόζη
|
ηόζο
|
|
3) 무한 대명사
그리스어
|
영어
|
예제
|
ένας, μία, ένα, κάποιος, κάποια, κάποιο
|
somebody, someone
|
Ένας είπε… Somebody said…
|
κανένας (κανείς), καμιά (καμία), κανένα
|
no one, nobody
|
Κανένας δεν ήρθε. Nobody came.
|
κάθε
|
every
|
|
καθένας, καθεμιά, καθένα
|
anyone, each
|
|
μερικοί, μερικές, μερικά
|
some, any
|
|
κάτι
|
something, some
|
|
τίποτα (τίποτε)
|
nothing
|
Δεν είπα τίποτα. I said nothing.
|
άλλος, άλλη, άλλο
|
another
|
|
4) 관계대명사
관계대명사
|
그리스어
|
영어
|
Ποσ (that, who(m))
|
Έταζα ηο βιβλίο ποσ μοσ δάνειζες.
|
I lost the book that you lend me.
|
ο
οποίος, η οποία, το οποίο
(who,
which)
|
Έταζα το βιβλίο το οποίο μοσ δάνειζες
|
I
lost the book which you lend me.
|
όποιος, όποια, όποιο
(whoever,
whichever, anyone who)
|
Όποιος θέλει ας ηο δοκιμάζει
|
Whoever wants may try it.
|
ό,τι (whatever, what)
|
Πάρε ό,ηι θέλεις.
|
Take whatever you want.
|
όσος, όση, όσο
(as
much as, as many as)
|
Πάρε όζο θέλεις.
|
Take as much as you want.
|
5) 인칭대명사
구분
|
명사적
|
소유격
|
목적격
|
대화적
|
1인칭 단수
2인칭 단수
3인칭 단수
|
εγώ I
εζύ you
απηόο(ηνο) he
απηή(ηε) she
απηό(ην) it
|
εκέλα (κνπ) me
εζέλα (ζνπ) you
απηνύ (ηνπ) him
απηήο (ηεο) her
απηνύ (ηνπ) it
|
εκέλα (κε) me
εζέλα (ζε) you
αςτόν (τον) him
απηή(λ)(ηε(λ)) her
απηό (ην) it
|
-
εζύ
-
-
-
|
1인칭 복수
2인칭 복수
3인칭 복수
|
εκείο we
εζείο you
απηνί(ηνη) they
απηέο(ηεο) they
απηά(ηα) they
|
εκάο (καο) us
εζάο (ζαο) you
απηώλ (ηνπο) them
απηώλ (ηνπο) them
απηώλ (ηνπο) them
|
εκάο (καο) us
εζάο (ζαο) you
απηνύο (ηνπο) them
απηέο(ηηο, ηεο) them
απηά (ηα) them
|
-
εζείο
-
-
-
|
6)
소유대명사
단수
|
복수
|
μου my
σου your
του his
της her
του its
|
μας our
σας your
τους their
τους their
τους their
|
7) 의문대명사
그리스어
|
영어
|
τι
|
what
|
ποιος, ποια, ποιο
|
who,
which
|
τίνος
|
whose(단수)
|
τίνων
|
whose(복수)
|
πόσος, πόση, πόσο
|
how
much, how many
|
|
1) the good
man
|
단수
|
복수
|
예제
|
주격
|
ο καλός άντρας
|
οι καλόι άντρες
|
ο καλός άντρας είναι εδώ (the good man
is here)
|
소유격
|
τού καλόύ άντρα
|
τών καλών άντρών
|
ο πατέρας των καλών αντρών είναι εδώ
(the father of
the good men is here)
|
목적격
|
τον καλό άντρα
|
τονς καλόύς άντρες
|
εμείς βλέπουμε τον καλό άντρα (we see the good man)
|
2) the good
woman
|
단수
|
복수
|
예제
|
주격
|
η καλη γυναίκα
|
οι καλες γυναίκες
|
οι καλές γυναίκες είναι εδώ (the good
women are here)
|
소유격
|
της καλης γυναίκας
|
τών καλών γυναίκών
|
Η μητέρα των καλών γυναικών είναι εδώ
(The mother of the good women is
here)
|
목적격
|
την καλη γυναίκα
|
τις καλες γυναίκες
|
αυτοι βλέπουν τις καλές γυναίκες
(They see the good women)
|
3) the good
apple
|
단수
|
복수
|
예제
|
주격
|
το καλό μήλο
|
τα καλα μήλα
|
Τα καλά μήλα είναι εδώ
(The good apples are here)
|
소유격
|
τού καλόύ μήλού
|
τών καλών μήλών
|
Το χρόμα των καλών μήλων είναι κόκκινο
(The color of the good apples is red)
|
목적격
|
τον καλό μήλο
|
τα καλα μήλα
|
αυτοι εχουν το καλό μήλο
(They have the good apple)
|
4) the good
|
|
남성
|
여성
|
중성
|
단수
|
주격
|
ο καλός
|
η καλη
|
το καλό
|
소유격
|
του καλόυ
|
της καλης
|
του καλόυ
|
목적격
|
τον καλό
|
την καλη
|
το καλό
|
복수
|
주격
|
οι καλόι
|
οι καλες
|
τα καλα
|
소유격
|
τών καλών
|
τών καλών
|
τών καλών
|
목적격
|
τούς καλόύς
|
τις καλες
|
τα καλα
|
5) 일반 형용사의 주격 형태
|
남성
|
여성
|
중성
|
예제
|
big
|
ο μεγάλος
|
η μεγάλη
|
το μεγάλό
|
Εγώ ξέρω τους καλούς φίλους των μεγάλων αντρών
(I know the good friends of the big men)
|
small
|
ο μικρός
|
η μικρη
|
το μικρό
|
Το άσπρο φουστάνι της μικρής γυναίκής είναι φτινό
(The small woman’s white dress is cheap)
|
red
|
ο κόκκινος
|
η κόκκινη
|
το κόκκινό
|
μεγάλος άντρας έχει το κόκκινο μήλο
(The big man has the red apple)
|
dark blue
|
ο γαλανός
|
η γαλανη
|
το γαλανό
|
|
black
|
ο μαύρος
|
η μαύρη
|
το μαύρό
|
|
white
|
ο άσπρος
|
η άσπρη
|
το άσπρό
|
|
expensive
|
ο ακριβός
|
η ακριβη
|
το ακριβό
|
|
inexpensive
|
ο φτηνός
|
η φτηνη
|
το φτηνό
|
|
6) 규칙 형용사
καλός, -ή, -ό (good)
|
|
단수
|
복수
|
-ος, -η, -ο
|
남성
|
여성
|
중성
|
남성
|
여성
|
중성
|
주격
|
ο καλός
|
η καλή
|
το καλό
|
οι καλοί
|
οι καλές
|
τα καλά
|
소유격
|
του καλού
|
της καλής
|
του καλού
|
των καλών
|
των καλών
|
των καλών
|
목적격
|
τον καλό
|
την καλή
|
το καλό
|
τους καλούς
|
τις καλές
|
τα καλά
|
대화격
|
- καλέ
|
- καλή
|
- καλό
|
- καλοί
|
- καλές
|
- καλά
|
ωραίος, -α, -ο (beautiful)
|
|
단수
|
복수
|
-ος, -α, -ο
|
남성
|
여성
|
중성
|
남성
|
여성
|
중성
|
주격
|
ο ωραίος
|
η ωραία
|
το ωραίο
|
οι ωραίοι
|
οι ωραίες
|
τα ωραία
|
소유격
|
του ωραίου
|
της ωραίας
|
του ωραίου
|
των ωραίων
|
των ωραίων
|
των ωραίων
|
목적격
|
τον ωραίο
|
την ωραία
|
το ωραίο
|
τους ωραίους
|
τις ωραίες
|
τα ωραία
|
대화격
|
- ωραίε
|
- ωραία
|
- ωραίο
|
- ωραίοι
|
- ωραίες
|
- ωραία
|
γλυκός, -ιά, -ό (sweet)
|
|
단수
|
복수
|
-ός, -ιά, -ό
|
남성
|
여성
|
중성
|
남성
|
여성
|
중성
|
주격
|
ο γλυκός
|
η γλυκιά
|
το γλυκό
|
οι γλυκοί
|
οι γλυκές
|
τα γλυκά
|
소유격
|
του γλυκού
|
της γλυκιάς
|
του γλυκού
|
των γλυκών
|
των γλυκών
|
των γλυκών
|
목적격
|
το γλυκό
|
τη γλυκιά
|
το γλυκό
|
τους γλυκούς
|
τις γλυκές
|
τα γλυκά
|
대화격
|
- γλυκέ
|
- γλυκιά
|
- γλυκό
|
- γλυκοί
|
- γλυκές
|
- γλυκά
|
βαθύς, -ιά, -ύ (deep)
|
|
단수
|
복수
|
-ύς, -ιά, -ύ
|
남성
|
여성
|
중성
|
남성
|
여성
|
중성
|
주격
|
ο βαθύς
|
η βαθιά
|
το βαθύ
|
οι βαθιοί
|
οι βαθιές
|
τα βαθιά
|
소유격
|
του βαθύ
|
της βαθιάς
|
του βαθύ
|
των βαθιών
|
των βαθιών
|
των βαθιών
|
목적격
|
το βαθύ
|
τη βαθιά
|
το βαθύ
|
τους βαθιούς
|
τις βαθιές
|
τα βαθιά
|
대화격
|
- βαθύ
|
- βαθιά
|
- βαθύ
|
- βαθιοί
|
- βαθιές
|
- βαθιά
|
σταχτής, -ιά, -ί (asgray)
|
|
단수
|
복수
|
-ής, -ιά, -ί
|
남성
|
여성
|
중성
|
남성
|
여성
|
중성
|
주격
|
ο σταχτής
|
η σταχτιά
|
το σταχτί
|
οι σταχτιοί
|
οι σταχτιές
|
τα σταχτιά
|
소유격
|
του σταχτή
|
της σταχτιάς
|
του σταχτιού
|
των σταχτιών
|
των σταχτιών
|
των σταχτιών
|
목적격
|
το σταχτή
|
τη σταχτιά
|
το σταχτί
|
τους σταχτιούς
|
τις σταχτιές
|
τα σταχτιά
|
대화격
|
- σταχτή
|
- σταχτιά
|
- σταχτί
|
- σταχτιοί
|
- σταχτιές
|
- σταχτιά
|
ζηλιάρης, -α, -ικο (jealous)
|
|
단수
|
복수
|
-ης,-α,-ικο
|
남성
|
여성
|
중성
|
남성
|
여성
|
중성
|
주격
|
ο ζηλιάρης
|
η ζηλιάρα
|
το ζηλιάρικο
|
οι ζηλιάρηδες
|
οι ζηλιάρες
|
τα ζηλιάρικα
|
소유격
|
του ζηλιάρη
|
της ζηλιάρας
|
του ζηλιάρικου
|
των ζηλιάρηδων
|
-
|
των ζηλιάρικων
|
목적격
|
το ζηλιάρη
|
τη ζηλιάρα
|
το ζηλιάρικο
|
τους ζηλιάρηδες
|
τις ζηλιάρες
|
τα ζηλιάρικα
|
대화격
|
- ζηλιάρη
|
- ζηλιάρα
|
- ζηλιάρικο
|
- ζηλιάρηδες
|
- ζηλιάρες
|
- ζηλιάρικα
|
7) 불규칙 형용사
-ής, -ής, -ές -ής,-ής,-ές 로 끝나는 형용사 διεθνής, -ής, -ές (international)
|
|
단수
|
복수
|
|
남성
|
여성
|
중성
|
남성
|
여성
|
중성
|
주격
|
ο διεθνής
|
η διεθνής
|
το διεθνές
|
οι διεθνείς
|
οι διεθνείς
|
τα διεθνή
|
소유격
|
του διεθνούς
|
της διεθνούς
|
του διεθνούς
|
των διεθνών
|
των διεθνών
|
των διεθνών
|
목적격
|
το διεθνή
|
τη διεθνή
|
το διεθνές
|
τους διεθνείς
|
τις διεθνείς
|
τα διεθνή
|
대화격
|
- διεθνή(ς)
|
- διεθνής
|
- διεθνές
|
- διεθνείς
|
- διεθνείς
|
- διεθνή
|
ο πολύς, η πολλή, το πολύ
(much, many)
|
|
단수
|
복수
|
|
남성
|
여성
|
중성
|
남성
|
여성
|
중성
|
주격
|
ο πολύς
|
η πολλή
|
το πολύ
|
οι πολλοί
|
οι πολλές
|
τα πολλά
|
소유격
|
του -
|
της πολλής
|
του -
|
των πολλών
|
των πολλών
|
των πολλών
|
목적격
|
τον πολύ
|
την πολλή
|
το πολύ
|
τους πολλούς
|
τις πολλές
|
τα πολλά
|
대화격
|
|
|
|
- πολλοί
|
- πολλές
|
- πολλά
|
8) 형용사 비교급
원형
|
ψηλός, ψηλή, ψηλό
|
long
|
κοντός, κοντή, κοντό
|
short
|
비교급+than(πιο)
|
ψηλός - πιο ψηλός
ψηλή - πιο ψηλή
ψηλό - πιο ψηλό
|
long –
longer
|
κοντός - πιο κοντός
κοντή - πιο κοντή
κοντό - πιο κοντό
|
short
- shorter
|
비교급 -(ό/ώ/ύ)τερος,
비교급 -(ό/ώ/ύ)τερη,
비교급 -(ό/ώ/ύ)τερο
|
ψηλός - ψηλότερος
ψηλή - ψηλότερη
ψηλό - ψηλότερο
|
long-longer
|
κοντός - κοντύτερος
κοντή - κοντύτερη
κοντό - κοντύτερο
|
short
- shorter
|
예제
|
Ηelen Ελένη είναι ψηλότερη
από τη Μαρία. (Helen is longer
than Maria.)
|
9) 형용사 최상급
원형
|
ψηλός, ψηλή, ψηλό
|
long
|
κοντός, κοντή, κοντό
|
short
|
최상급
ο, η, το
|
ο πιο ψηλός or ο ψηλότερος
η πιο ψηλή or η ψηλότερη
το πιο ψηλό or το ψηλότερο
|
the
longest
|
ο πιο κοντός or ο κοντύτερος
η πιο κοντή or η κοντύτερη
το πιο κοντό or το
κοντύτερο
|
the shortest
|
비교급 -ότατος,
-ότατη, -ό
또는
(πάρα) πολύ
|
ψηλότατος or (πάρα) πολύ ψηλός
ψηλότατη of (πάρα) πολύ ψηλή
ψηλότατο of (πάρα) πολύ ψηλό
|
very
long
|
κοντότατος of (πάρα) πολύ κοντός
κοντότατη of (πάρα) πολύ κοντή
κοντότατο of (πάρα) πολύ κοντό
|
very
short
|
10) 불규칙 비교의 형용사
원형
|
비교급
|
최상급
|
απλός, -ή, -ό (simple)
|
απλούστερος, -η, -ο
|
απλούστατος, -η, -ο
|
κακός –ή –ό (bad)
|
χειρότερος –η –ο
|
χείριστος, -η, -ο / κάκιστος, -η, -ο
|
καλός –ή –ό (good)
|
καλύτερος –η –ο
|
άριστος –η –ο / κάλλιστος, -η, -ο
|
λίγος –η –ο (little)
|
λιγότερος –η –ο
|
ελάχιστος –η –ο
|
μεγάλος –η –ο (big, great, large)
|
μεγαλύτερος –η –ο
|
μέγιστος –η –ο
|
μικρός –η –ο (small, little)
|
μικρότερος –η –ο
|
ελάχιστος –η –ο
|
πολύς, πολλή, πολύ (many, much)
|
περισσότερος –η –ο
|
πλείστος, -η, -ο
|
11) 비교급과 최상급이 없는 형용사
재료의 형용사: ξύλινος (wooden, made of wood), γυάλινος (made of glass)
시간의 형용사: χθεσινός (of yesterday, yesterday’s), αυριανός (of tomorrow, tomorrow’s)
장소의 형용사:place: θαλασσινός (sea), βουνίσιος (of the mountain, mountain’s)
기원의 형용사: κρητικός (cretan)
영구적인 상황의 형용사: θνητός (mortal), νεκρός (dead)
12) 형용사 정리
형용사 접미사
|
예제
|
단수
|
복수
|
단수
|
복수
|
-ος, -η, -ο
|
-οι, -ες, -α
|
καλός, καλή, καλό
|
καλοί, καλές, καλά
|
-ος, -α, -ο
|
ωραίος, ωραία, ωραίο
|
ωραίοι, ωραίες, ωραία
|
-ός, -ιά, -ό
|
γλυκός, γλυκιά, γλυκό
|
γλυκοί, γλυκές, γλυκά
|
-ύς, -ιά, -ύ
|
-ιοί, -ιές, -ιά
|
βαθύς, βαθιά, βαθύ
|
βαθιοί, βαθιές, βαθιά
|
-ής, -ιά, -ί
|
σταχτής, σταχτιά, σταχτί
|
σταχτιοί, σταχτιές, σταχτιά
|
-ης, -ια, -ικο
|
-ηδες, -ες, -ικα
|
ζηλιάρης, ζηλιάρα, ζηλιάρικο
|
ζηλιάρηδες, ζηλιάρες, ζηλιάρικα
|
-ης, -ης, -ες
|
-εις, -εις, -η
|
διεθνής, διεθνής, διεθνές
|
διεθνείς, διεθνείς, διεθνή
|
|
1) 부사의 종류
|
그리스어
|
영어
|
장소의 부사
place
|
πού;
푸
εδώ 에도
εκεί 에키
πάνω 파노
κάηω 카이오
μέζα 메자
έξω 에조
|
where
here
there
up
under
inside
outside
|
시간의 부사
time
|
πόηε;
ηώπα
ζήμεπα
σηερ
αύπιο
ποηέ
κάποηε
|
when
now
today
yesterday
tommorow
never
ever
|
예절의 부사
manner
|
πώρ;
έηζι
μαζί
καλά
κακά
ήζςσα
|
how
so
together
good
bad
quiet
|
수량의 부사
quantity
|
πόζο;
λίγο
πολύ
απκεηά
πεπίπος
|
how much
a little
much
enough
about
|
확실의 부사
certainty
|
ναι
μάλιζηα
αλήθεια
|
yes
yes indeed
trully, really
|
부정의 부사
negation
|
όσι
δε(ν)
μη(ν)
|
no
not
not
|
가능의 부사
possibility
|
ίζωρ
πιθανόν
|
perhaps
possibly
|
문장을 수정하는 부사
(adverbs that modify sentences)
|
εςηςσώρ
δςζηςσώρ
|
fortunately, luckily
unfortunately
|
2) 전치사
그리스어
|
영어
|
예제
|
με
από
για for
ζε (ζηον,
ζηην, ζηο)
ππορ
σωπίρ
|
with
from
για for
in, to, at
ππορ towards
σωπίρ without
|
Με ηον
Κώζηα. (With Kostas.)
Από ηην
Ελένη. (From Helen.)
Για ηο
Νίκο.
(For Nikos.)
Σηην πόλη. (To/in the
town/city. )
Ππορ ηη
θάλαζζα. (Towards the see. )
Χωπίρ ηην
Άννα. (Without Anna. )
|
|
분류
|
그리스어
|
영어
|
등위접속사
|
και, κι
ούηε
|
and
neither… nor
|
교체접속사
|
ή
είηε…είηε
|
or
either… or
|
대조접속사
|
αλλά
όμωρ
|
but
however
|
시간접속사
|
ενώ
όηαν
ππιν
|
while
when
before
|
원인접속사
|
γιαηί
επειδή
|
why, because
because
|
상태접속사
|
αν
|
if/whether
|
장소접속사
|
πού
|
where
|
목적접속사
|
να
για να
|
to
in order to
|
그 밖의 접속사
|
πος, πωρ, όηι
πώρ
ό,ηι
|
that
how
whatever, what, any
|
|
그리스어
|
영어
|
Γπάτε, σε
παρακαλώ!!!
|
Write please!!! (단수)
|
Γπάττε!!!
|
Write!!! (복수)
|
Να γπάυει or Αρ
γπάυει!!!
|
Let him write!!! (3인칭 단수)
|
Μη γπάτειρ!!!
|
Do not write!!! (단수)
|
Μη γπάτετε!!!
|
Do not write!!! (복수)
|
|
1)
명사적
|
그리스어
|
영어
|
문장 안에서 주어
|
Η Ελένη αγοράζει μήλα.
|
Helen
buys apples
|
문장 안에서 서술어
|
Ο Νίκος είναι καλός μαθητής.
|
Nikos
is a good pupil.
|
2) 소유격
|
그리스어
|
영어
|
소유
|
Το αυτοκίνητο του Νίκου.
Το ποδήλατο της Μαρίας.
|
Niko’s car.
Maria’s
bicycle.
|
주어
|
Η νίκη των Σπαρτιατών. Οι
Σπαρτιάτες νίκησαν.
|
The
victory of the
Spartans.
|
목적어
|
Είναι οι φρουροί της χώρας. Φρουρούν τη χώρα.
|
They
are the guardians of the country
|
직접 목적어
|
Η γιαγιά δίνει της Μαρίας ένα δαχτυλίδι.
Του δίνω ένα βιβλίο.
Της δίνω καφέ.
Της τηλεφώνησα.
Μοιάζει του πατέρα του.
|
Grandmother
gives Maria a ring.
I give
him a book.
I
offer her coffee.
I
phoned her.
He
looks like his father.
|
나이,날짜,시간
|
Είμαι 23 (είκοσι τριών) χρονών.
Τα γενέθλια μου είναι στις 15 Μαρτίου.
Στα μέσα της εβδομάδας.
|
I am
23 years old.
My
birthday is on the 15th of March.
In the
middle of the week.
|
원인
|
Η λύπη του αποχωρισμού.
|
The
sorrow of the farewell.
|
목적, 사용
|
Ταξίδι αναψυχής.
Παπούτσια ορειβασίας. Climbing shoes.
|
Leisure
trip.
Modern
Greek Grammar Konstantinos Athanasiou
|
특징
|
Άνθρωπος των γραμμάτων.
|
A literate person.
|
수량
|
Αγόρασε μία γαλοπούλα τεσσάρων κιλών.
Έχει άδεια τριών μηνών.
|
He/She
bought a four kilos turkey.
He/She
has a three months leave.
|
기원
|
Καπνιστό τυρί Μετσόβου.
|
Smoked cheese from
Metsovo.
|
가족관계
|
Ο αδελφός της Μαρίας.
|
Maria’s brother.
|
장소
|
Η μάχη του Μαραθώνα.
|
The battle of
Marathon
|
3) 목적격
|
그리스어
|
영어
|
직접목적어
|
Ο Νίκος γνωρίζει τον Κώστα.
Ο Κώστας γνωρίζει την Ελένη.
|
Nikos knows Kosta.
Kostas knows
Helen.
|
전치사 뒤에 있는 목적어
|
με το Νίκο
από την Ελένη
για
τον Κώστα
στον Ανδρέα
στην Άννα
|
with …
from …
for …
to …
to
|
시간과 함께 있는 목적어
|
Πότε θα πας στη Μαρία;
Τη Δευτέρα.
|
When wil you go to Maria?
On Monday.
|
4) 대화격
|
그리스어
|
영어
|
누군가를 부를 때 사용
|
Γιατρέ!
|
Doctor!
|
Κυρίες και κύριοι!
|
Ladies
and gentlemen!
|
Παιδιά!
|
Children!
|
|
기수
|
서수
|
0
μηδέν
1
έναρ, μία, ένα
2
δύο
3
ηπειρ, ηπειρ, ηπία
4
ηέζζεπιρ, ηέζζεπιρ, ηέζζεπα
5
πένηε
6
έξι
7
εθηά
8
οσηώ
9
εννιά
10
δέκα
11
ένηεκα
12
δώδεκα
13
δεκαηπείρ, δεκαηπείρ, δεκαηπία
…
20
είκοζι
30
ηπιάνηα
40
ζαπάνηα
50
πενήνηα
60
εξήνηα
70
εβδομήνηα
80
ογδόνηα
90
ενενήνηα
100
εκαηό
200
διακόζιοι –ερ –α
300
ηπιακόζιοι –ερ –α
400
ηεηπακόζιοι –ερ –α
500
πενηακόζιοι –ερ –α
600
εξακόζιοι –ερ –α
700
εθηακόζιοι –ερ –α
800
οσηακόζιοι –ερ –α
900
εννιακόζιοι –ερ –α
1000
σίλιοι –ερ –α
2000
δύο σιλιάδερ
…
1.000.000
ένα εκαηομμύπιο
…
1.000.000.000
ένα διζεκαηομμύπιο
|
ππώηορ –η
–ο
δεύηεπορ
–η –ο
ηπίηορ –η
–ο
ηέηαπηορ
–η –ο
πέμπηορ
–η –ο
έκηορ –η –ο
έβδομορ –η –ο
όγδοορ –η –ο
έναηορ –η –ο
δέκαηορ
–η –ο
ενδέκαηορ
–η –ο
δωδέκαηορ
–η –ο
δέκαηορ
ηπίηορ –η –ο
…
εικοζηόρ –ή –ό
ηπιακοζηόρ–ή –ό
ηεζζαπακοζηόρ–ή –ό
πενηηκοζηόρ–ή –ό
εξηκοζηόρ–ή –ό
εβδομηκοζηόρ–ή –ό
ογδοηκοζηόρ–ή –ό
ενενηκοζηόρ–ή –ό
εκαηοζηόρ–ή –ό
διακοζιοζηόρ–ή –ό
ηπιακοζιοζηόρ–ή –ό
ηεηπακοζιοζηόρ–ή –ό
πενηακοζιοζηόρ–ή –ό
εξακοζιοζηόρ–ή –ό
εθηακοζιοζηόρ–ή –ό
οσηακοζιοζηόρ–ή –ό
εννιακοζιοζηόρ–ή –ό
σιλιοζηόρ–ή –ό
διζσιλιοζηόρ–ή –ό
…
εκαηομμςπιοζηόρ–ή –ό
…
διζεκαηομμςπιοζηόρ–ή –ό
|
|
1) 현재분사
-
능동형 동사의 현재 시제
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
γράυω (write) - γραυ-
|
αγαπώ (love) - αγαπ-
|
- 접미사에 붙이는 단어
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
γράυ-οντας
|
αγαπ-ώντας
|
2) 과거분사
-
수동형 동사의 과거 시제
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
λτύλοκαη (get dressed) -
λτύζεθα
- ντσθ-
ιούδοκαη (wash one’s
hair) - ιούστεθα
- λοσστ-
γράυοκαη (be written) -
γράυτεθα
- γραυτ-
θρύβοκαη (hide)- θρύυτεθα - κρσυτ
|
αγαπηέκαη (be loved) - αγαπήζεθα - αγαπηθ-
ισπούκαη (regret, be sorry)
- ισπήζεθα
- λσπηθ-
γειηέκαη (be deceived or
mistaken) - γειάστεθα
- γελαστ-
βοστηέκαη (be dipped)- βοστήττεθα - βοστήττ-
예외; θοηκάκαη (sleep) – θοηκήζεθα – κοιμηθ-
υοβάκαη (fear, be afraid
of) - υοβήζεθα
- υοβηθ-
|
-
생략 θ, στ, υτ, ττ.
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
λτσθ-
ντσ-
ιοσστ-
λοσ-
γραυτ-
γρα-
θρσυτ-
κρσ-
|
αγαπεθ-
αγαπη-
ισπεθ-
λσπη-
γειαστ-
γελα-
βοστήττ- βοστη-
예외; θοηκεθ – κοιμη-
υοβεθ - υοβη-
|
3)
접미사
θ
생략 : -μένος, -μένη, -μένο
στ
생략: -σμένος, -σμένη, -σμένο
υτ
생략: -μμένος, -μμένη, -μμένο
ττ
생략: -γμένος, -γμένη, -γμένο
Group
A, 첫번째 동사 변화
|
Group
B, 두번째 동사 변화
|
λτσ-κέλος, λτσ-κέλε, λτσ-κέλο
ιοσ-σκέλος, -ε, -ο
γρα-κκέλος, -ε, -ο
θρσ-κκέλος, -ε, -ο
|
αγαπε-κέλος, αγαπε-κέλε, αγαπε-κέλο
ισπε-κέλος, -ε, -ο
γεια-σκέλος, -ε, -ο
βοστε-γκέλος, -ε, ο
exception:
θοηκησκέλος, -ε, -ο
υοβησκέλος, -ε, -ο
|
|
go topmenu |
|
|
|
|
|
|